Τέλος δεκαετίας του 80, Εθνική οδός Τρίπολης-Άργους.
Μέσα στο λεωφορείο του ΚΤΕΛ για την Αθήνα γίνοταν ως συνήθως το έλα να δεις.
Ρίτα Σακελλαρίου στο κασετόφωνο του λεωφορείου, κρόσσια πάνω από το παρ-μπριζ, λογής - λογής εικόνες διαφόρων αγίων και ένας τεράστιος σταυρός πάνω από το κεφάλι του οδηγού. Ο οδηγός με ανοιχτό το παράθυρο κάπνιζε σαντέ άφιλτρα και δίπλα του στη θέση του συνοδηγού, ο εισπράκτορας ο οποίος φορώντας γκρι κοστούμι και πηλήκιο, μου έμοιαζε περισσότερο με όργανο της τάξης.
Ο πατέρας μου δίπλα μου διάβαζε εφημερίδα και από πίσω μας η μητέρα μου με τη μικρή αδελφή μου, η οποία δεν είχε σταματήσει να τροφοδοτεί με το περιεχόμενο του στομαχιού της, την ειδική χαρτοσακούλα που υπήρχε στο δυχτάκι κάθε καθίσματος σε όλα τα αξιοπρεπή λεωφορεία της εποχής. Μπροστά μας μια ηλικιωμένη κυρία με τσεμπέρι και ένα καλάθι κάτω από τα πόδια της, το οποίο μάλλον θα περιείχε αυγά, αφού δίπλα της υπήρχε και ένα χαρτοκούτι που μέσα του πρέπει να ήταν στριμωγμένες δύο κότες, αφού νόμιζα πως τις άκουγα να κινούνται και να σιγοκακαρίζουν. Αλλά δεν ήμουν και σίγουρος.
Μετά τον Αχλαδόκαμπο και αφού τα στομάχια των περισσότερων επιβατών είχαν γίνει πολτός, ο οδηγός σταμάτησε στους Μύλους για φαγητό. Κατεβήκαμε από το λεωφορείο, κάποιοι ακμαίοι και κάποιοι σε ημιλιπόθυμη κατάσταση και μπήκαμε στην ψησταριά. Σε λίγη ώρα τα καλαμάκια πηγαινοέρχονταν και οι επιβάτες του λεωφορείου όπλιζαν τα στομάχια τους με πυρομαχικά για να έχουν να γεμίζουν τις ειδικές χαρτοσακούλες στο υπόλοιπο της διαδρομής.
Εγώ, αφού δεν υπήρχε περίπτωση να βάλω τίποτα στο στόμα μου, είχα καρφώσει το βλέμμα μου και τα αφτιά μου σε έναν κύριο με ριγέ κοστούμι, ο οποίος καθισμένος σε ένα τραπέζι, μέτραγε τα χρήματα που του είχε δώσει προηγουμένως ο ιδιοκτήτης της ψησταριάς. Στο ίδιο τραπέζι κάθισε σε λίγο και ο οδηγός μας. Δίχως καμία υστεροβουλία, απλά και μόνο λόγω του ότι το παρουσιαστικό του μου είχε εξάψει την περιέργεια και λόγω του ότι δεν έκαναν καμία προσπάθεια να μην ακούγονται, έγινα κοινωνός της παρακάτω συζήτησης:
- Βάλε στην τσέπη αυτά Νώντα. Είναι το μερτικό σου από τη στάση στο μαγαζί. Ο Παναγής μου είπε πως προχθές δε σταμάτησες για φαγητό εδώ. Είναι αλήθεια;
- Ναι μπάρμπα, αλλά έβρεχε και είπα να συνεχίσω το δρόμο γιατί εδώ είναι επικίνδυνα με τη βροχή.
- Καλά, αλλά να μην ξαναγίνει. Χάνουμε λεφτά ρε. Από πετρέλαιο πως πάμε; Έχει το αυτοκίνητο;
- Μισό ντεπόζιτο
- Καλά ρε Νώντα, μέχρι τους Μύλους έκαψες μισό ντεπόζιτο; Πως το πας έτσι το αμάξι ρε; Θα με καταστρέψεις.
- Ρε μπάρμπα, αφού σου έχω πει ότι θέλει service το ρημάδι.
- Ρε τι service και κουραφέξαλα; Πρόπερσι δεν του κάναμε;
- Ρε μπάρμπα, το 'χεις δει στο δρόμο; Στην ανηφόρα βγάζει το ντουμάνι λες και καίει κάρβουνο. Άκαυτο το βγάζει το πετρέλαιο. Άσε που καίει λάδια. Και στον κατήφορο, τρέμω μην τύχει και φρενάρω. Τα λάστιχα είναι πιο παλιά και από τη γιαγιά μου. Μπάρμπα, θα πέσουμε σε τίποτα νερά και θα πάρουμε και τον κόσμο στο λαιμό μας.
- Ρε και ποιος σου είπε ότι έχω λεφτά να αλλάζω λάστιχα; Δε φτάνει ρε αχάριστε που σε έχω και δουλεύεις και βγάζεις κι ένα μεροκάματο, μου κάνεις και μάθημα; Ξέρεις ρε πως το πήρα αυτό το λεωφορείο; Ξέρεις πως το έβαλα στο ΚΤΕΛ; Κατουρημένες ποδιές φίλησα. Ολόκληρος δήμαρχος και πήγα και έγλυφα ρε τον Π..... τον βουλευτή. Κι αυτός υποχρεώθηκε στον υπουργό για πάρτη μου και για τους δημότες μας ρε. Τι νομίζεις ρε ότι γίνεται εδώ; Ότι κονομάμε; Για τον κόσμο ρε Νώντα το 'χω το λεωφορείο. Πως θα μετακινείται ρε ο παππούς και η γιαγιά από το χωριό; Τόσος κόσμος μας εμπιστεύεται με την ψήφο του κι εμείς να μη νοιαστούμε; Σιγά μη βγάζω κι από πάνω. Μόνο έξοδα έχω.
- Μπάρμπα για ποια έξοδα μιλάς; Πετρέλαιο βάζουμε από τον αγροτικό συνεταιρισμό και συντήρηση στο αυτοκίνητο δεν κάνουμε ποτέ. Άσε να μην πω και για τα λεφτά που μου δίνεις εμένα.
- Μπά; Εκεί ρε το πάς; Αυτό είναι το πρόβλημά σου; Γιατί ρε κωλόπαιδο δε μου το λες από την αρχή και μου το φέρνεις έτσι πλαγίως; Ασόψεται η φουκαριάρα η μάνα σου ρε και θα σου 'λεγα. Κοίτα να δεις Νώντα. Σου είπα ότι μπαίνω μέσα. Δεν υπάρχει σάλιο όχι για σέρβις και αυξήσεις, αλλά ούτε και για να πάρω παπούτσια. Έχω μπλέξει με την οικοδομή και χρωστάω παντού. Υποχρεώνομαι στον Π..... μπας και με εντάξουν σε κανένα πρόγραμμα της ΕΟΚ και πάρω καμία επιδότηση για να τελειώσω. Το Λεωφορείο θα κοιτάξω τώρα;
- Ρε μπάρμπα, άσε με εμένα. Για τον κόσμο που ταξιδεύει σου λέω. Μισή μέρα το το κάνουμε μέχρι την Αθήνα. Ταλαιπωρούνται οι άνθρωποι.
- Οποιανού του αρέσει ρε. Αν δεν τους αρέσει ας πάνε με τα γαϊδούρια που πηγαίνανε τόσα χρόνια. Ρε συ, κοιτάς το δέντρο και δε βλέπεις το δάσος. Η χώρα αλλάζει ρε. Κάνετε λίγο υπομονή και γινόμαστε Ευρώπη. Άσε που έρχεται και ο Παπανδρέου στα πράγματα. Αρκετά πια με αυτή τη δεξιά. Μας πρήξανε. Για να κάνουμε μια δουλειά πρέπει να τους παρακαλάμε τους μαλάκες.
- Καλά ρε μπάρμπα ! Εσύ δεν ήσουν με τον Καραμανλή τόσα χρόνια; Τώρα τι έγινε;
- Τι έγινε; Άκου ρε τι έγινε για να μαθαίνεις. Δήμαρχος τόσα χρόνια και πρόεδρος του αγροτικού συνεταιρισμού και δε μπορώ να πάρω μια επιδότηση για το ξενοδοχείο.
- Αφού πήρες. Δεν πήρες;
- Ποια την περσινή; Ρε Νώντα, αυτή πήγε όπως ήρθε. Δεν προλάβαμε να τα δούμε τα λεφτά και εξαφανίστηκαν.
- Ρε μπάρμπα, ήτανε πολλά λεφτά.
- Ναι ρε, αλλά ξέρεις που έχουν πάει τα μεροκάματα στην οικοδομή;
- Ποια μεροκάματα ρε μπάρμπα; Αφού δε δουλεύανε τα μαστόρια στο ξενοδοχείο.
- Και που το ξέρεις εσύ ρε; Αφού ανεβοκατεβαίνεις κάθε μέρα Αθήνα με το λεωφορείο. Που τους βλέπεις; Δεν έβαλα ηλεκτρικά; Δεν έβαλα πρίζες;
- Καλά. Τόσα λεφτά οι πρίζες;
- Τι καλά ρε; Τι εννοείς; Πληρώνω κόσμο ρε Νώντα. Ξέρεις κανέναν να δουλεύει τσάμπα; Μου φαίνεται ότι κι εσύ είσαι με αυτούς του Καρμανλή. Λιτότης και λιτότης τόσα χρόνια. Και έργα για τον κοσμάκη μηδέν. Ρε όταν θα τελειώσω το ξενοδοχείο και πλακώσει ο τουρισμός στο χωρίο, ξεχάστε τα τα "λιτότις". Θα χεστείτε στο χιλιάρικο. Βλάχοι, ε βλάχοι. Κάτσε να βγει το ΠΑΣΟΚ και θα δεις. Ήμουν Καραμανλικός ναι. Και τι σημαίνει ρε αυτό; Και ξυπόλητος ήμουν και νέος ήμουν και ανύπαντρος ήμουν. Και τώρα είμαι και παντρεμένος και με παιδιά και 60 χρονών και δήμαρχος. Αλλάζει ο κόσμος Νώντα. Ο σοσιαλισμός είναι το μέλλον της Ευρώπης και για το σοσιαλισμό πρέπει να αγωνιστούμε από 'δω και πέρα. Να σου δώσω και τίποτα ψηφοδέλτια να μοιράζεις στο λεωφορείο;
- Και δε μου δίνεις; Θα τα βάλω μπροστά στο καντράν και όποιος θέλει ας πάρει.
- Ωραία. Στο θέμα μας τώρα. Το αυτοκίνητο όταν γυρίσεις από Αθήνα φέρ'το κατευθείαν στο αμαξοστάσιο του Δήμου να του περάσουμε κανένα λάστιχο από αυτά των απορριμματοφόρων, και μετά θα πας στο συνεργείο του συνεταιρισμού να ρίξουν τα παιδιά μια ματιά στο μοτέρ. Θα τους πεις να κόψουν δελτίο για τη θεριζοαλωνιστική του Γρηγόρη. Θα συνεννοηθεί εγώ. Εντάξει ρε;
- Εντάξει ρε μπάρμπα, θα τα πούμε αύριο Α! Ξέχασα να σε ρωτήσω και για εκείνη τη θέση στο δήμο που μου είχες πει. Τι γίνεται; Έχεις κανένα νέο; Μήπως παρατήσω το τιμόνι και μαζευτώ στο χωρίο;
- Κάτι θα κάνουμε. Άσε να γίνουν οι εκλογές με το καλό και θα σε τακτοποιήσω. Αλλά θα πρέπει πρώτα να βάλω το γιο της κυρά Ελένης να δουλεύει το λεωφορείο που με παρακάλεσε η γυναίκα.
- Καλά ρε μπάρμπα. Θα τα πούμε αύριο.
- Άιντε ρε και καλό δρόμο. Και που 'σαι μαλακά το γκάζι.
Αφιερωμένο στους φίλους μου, Δημήτρης
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης (Atom)
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου