Labels

Παρασκευή 9 Ιουλίου 2021

Η πολιορκία του Πύργου της Καστάνιτζας ( Μικρή Καστάνια ΛΑΚΩΝΙΑΣ) 9-19 Ιουλίου 1780

 












Η Οθωμανική Εισβολή στη Μάνη (1770), ήταν μία από τις πολλές επιχειρήσεις των Οθωμανών προκειμένου να υποτάξουν την Μάνη. Η Μάνη, ήταν μία από τις λίγες περιοχές της Ελλάδας που δεν κατακτήθηκε από τους Οθωμανούς, λόγω του ανώμαλου εδάφους και των ανυπότακτων κατοίκων της. Οι Μανιάτες, προκαλούσαν συχνά προβλήματα στους Οθωμανούς, αφού συμμαχούσαν με τους Ενετούς, όταν υπήρχε πόλεμος μεταξύ Οθωμανικής Αυτοκρατορίας και Βενετίας, ενώ ασχολούνταν και με την πειρατεία.

-Μετά την αποτυχημένη επανάσταση των Ορλωφικών (1770), στην οποία συμμετείχαν οι Μανιάτες, οι Τουρκαλβανοί λεηλάτησαν ολόκληρη την Πελοπόννησο, με αποτέλεσμα οι Μανιάτες να εγκλωβιστούν στο εσωτερικό της Μάνης, πράγμα καταστροφικό για τους ίδιους. Έτσι αναγκάστηκαν να πληρώνουν, ως φόρο υποτελείας, στους Οθωμανούς 15 γρόσια. Επίσης, οι οθωμανοί, διόρισαν και έναν μανιάτη μπέη, για να τους κυβερνήσει. Επιπλέον, έστειλαν τάγματα Τουρκαλβανών προκειμένου να κάνουν επιδρομές στην Μάνη. Παρόλα αυτά, οι Μανιάτες, συνέχιζαν να προκαλούν προβλήματα στους Οθωμανούς.
-Ο πασάς της Πελοποννήσου, Χατζή Οσμάν, θεώρησε ότι ήταν καλή ευκαιρία να καταλάβει την Μάνη, προκειμένου να εντυπωσιάζει τον Σουλτάνο. Έτσι, συγκέντρωσε μεγάλες ένοπλες ομάδες Τουρκαλβανών για να τον συνοδεύσουν στην εκστρατεία του. Όταν οι Μανιάτες έμαθαν τα σχέδια των Οθωμανών, δημιούργησαν έναν μεγάλο στρατό, κάτω από τις εντολές του Έξαρχου Γρηγοράκη και του ανιψιού του, Τζανέτου Γρηγοράκη, μέλη της μεγάλης οικογένειας Γρηγοράκη με καταγωγή από τον Αγερανό και το Σκουτάρι και στρατοπέδευσαν στα βουνά πάνω από το χωριό Παρασυρός, περιμένοντας τους Οθωμανούς
-
Εισβολή
Όταν ο οθωμανικός στρατός έφτασε στο Γύθειο, ο μπέης Χασάν Γαζή έστειλε τον Αλή Μπέη με 10.000 άνδρες στην Καστανιά Λακωνίας, προκειμένου να αντιμετωπίσει τους κλέφτες Κωνσταντή Κολοκοτρώνη και Παναγιώταρο Βενετζιανάκη . Η πόλη προστατευόταν από 400 άνδρες, γυναίκες και παιδιά και οι Οθωμανοί την πολιορκούσαν επί 12 ημέρες, μέχρι που σκότωσαν τους υπερασπιστές, με αποτέλεσμα να γλιτώσουν μόνο 100 Έλληνες.
Οι Οθωμανοί στην συνέχεια, κατευθύνθηκαν προς το Σκουτάρι, το οποίο ήταν εγκαταλελειμμένο εκτός από τον Πύργο των Γρηγοράκηδων, τον οποίο υπερασπίζονταν 15 άνδρες υπό τον Γιάννη Κατσανό. Οι Οθωμανοί πολιορκούσαν τον πύργο επί 3 ημέρες χωρίς αποτέλεσμα. Την τρίτη, όμως νύχτα, ο Γαζής ανατίναξε με πυρίτιδα τον πύργο, σκοτώνοντας όλους τους υπερασπιστές.
-
Έπειτα, ο στρατός βάδισε προς μία πεδιάδα ανάμεσα στα χωριά Παρασυρός και Σκουτάρι, που τότε ονομαζόταν Άγια πηγάδια, λόγω της ύπαρξης μονής στην οποία άνηκαν τα πηγάδια. Οι Μανιάτες έφτασαν στην περιοχή και έστειλαν 3 αδέρφια στον Γαζή, οι οποίοι ζήτησαν από τον Γαζή να αποχωρήσει ή να αντιμετωπίσει τον στρατό των Μανιατών. Ο Γαζής, βλέποντας ότι ο στρατός του ήταν μεγαλύτερος από αυτό των Μανιατών, απάντησε αποκεφαλίζοντας τους απεσταλμένους και τοποθέτησαν τα κεφάλια τους σε ασημένια πιάτα.
-
Οι Μανιάτες εξοργίστηκαν και πριν οι Οθωμανοί ετοιμαστούν, τους επιτέθηκαν. Η μάχη έληξε με βαριά ήττα των Οθωμανών και μεγάλες απώλειες. Ο Γαζής, με τους εναπομείναντες στρατιώτες, υποχώρησαν. Οι Μανιάτες, μη έχοντας που να θάψουν τόσα πολλά πτώματα, έριξαν τους πιο πολλούς στα γύρω πηγάδια, με αποτέλεσμα η περιοχή να ονομαστεί Βρωμοπήγαδα.
-
Συνέπειες
Ο Γαζής, έστειλε απεσταλμένο στον Έξαρχο, λέγοντας ότι ήθελε να διαπραγματευτεί. Οι άνδρες συναντήθηκαν στην Τρίπολη, αλλά την επόμενη μέρα ο Έξαρχος βρέθηκε αποκεφαλισμένος και ανασκολοπισμένος. Όταν η μητέρα του Έξαρχου έμαθε την είδηση, εξοργίστηκε και την Κυριακή του Πάσχα, κάλεσε όλους του άνδρες του Σκουταρίου να εκδικηθούν για τον χαμό του γιου της. Σύντομα, οι άνδρες, υπό τις διαταγές του Τζανέτου Γρηγοράκη, ντύθηκαν ιερείς και πήγαν στο Κάστρο του Πασσαβά, που ήταν υπό οθωμανική διοίκηση. Εκεί, ζήτησαν από τον διοικητή να μπουν μέσα για να ευλογήσουν το κάστρο έχοντας κρυμμένα όπλα. Μόλις μπήκαν άρχισε η σφαγή με αποτέλεσμα κανείς Οθωμανός να μην βγει ζωντανός . Έτσι, ο Πασσαβάς καταλήφθηκε και δεν ξανακατοικήθηκε ποτέ. Στην συνέχεια, οι Οθωμανοί, προσπάθησαν να καταστρέψουν τον Τζανέτο δύο φορές: το 1803 και το 1807 . Οι Οθωμανοί, προσπάθησαν να καταλάβουν και πάλι τη Μάνη το 1815, με την κατάληψη του Σκουταρίου, το οποίο απελευθερώθηκε όταν οι Μανιάτες κύρυξαν την Επανάσταση.
19 ΙΟΥΛΙΟΥ 1780
Η ΠΟΛΙΟΡΚΙΑ ΚΑΙ Η ΜΑΧΗ ΤΗΣ ΚΑΣΤΑΝΙΑΣ
=============================================
Η πολιορκία της Καστανίτσας , υπήρξε μάχη πριν από την έκρηξη της Επανάστασης του 1821 με σκοπό την εξόντωση του Κωνσταντή Κολοκοτρώνη και του Παναγιώταρου από τους Τούρκους.
Ηγετικά πρόσωπα
-Χασάν Τσεζάερλης, Μαυρογένης, Αλήμπεης
-Κωνσταντής Κολοκοτρώνης, Παναγιώταρος Βενετζιανάκης
Δυνάμεις
-20.000 πεζικό, κανόνια, βομβοβόλα (τουρκοι)
-2.000 κλέφτες (Μανιάτες)
Ιστορικό
31/5/1806.—Κορυφώνεται ο διωγμός των Κλεφτών από τους τούρκους στην Πελοπόννησο μετά το φιρμάνι τού σουλτάνου που συνοδευόταν και από αφοριστικό τού Πατριάρχου. Ιδιαίτερα διώχθηκε η οικογένεια τού Κωσταντή Κολοκοτρώνη· μάλιστα ο αδελφός του, Γιάννης, σκοτώθηκε στις αρχές Φεβρουαρίου, όταν ζητώντας καταφύγιο από έναν καλόγερο, καταδώθηκε στους τούρκους...
Διηγείται ο Θ. Κολοκοτρώνης στον Τερτσέτη:
--------------------------------------------------------
“Εκάθησα κρυμμένος ένα μήνα εις το σπίτι τού Δουράκη. Ήλθε ένας Νικήτας από τού Τουρκολέκα και με ηύρε με μία εικοσιπενταριά και τού είπα : «Να ευρούμε καΐκι και ν’απεράσομε εις την Ζάκυνθο».
Αυτός ενόμιζε ότι δεν είναι πλέον φόβος διά να υπάγει εις το μεσόγειον τού Μορέως και εγύρισε οπίσω. Οι τούρκοι τους εσκότωσαν όλους, μόνον ένας επιάσθη ζωντανός ο οποίος επήγεν εις την Τριπολιτζάν”.
Ο διωγμός αυτός είχε ως αποτέλεσμα ο Θ. Κολοκοτρώνης να καταφύγει στην Ζάκυνθο.
Στο χωριό Καστάνια βρίσκεται ο πύργος τού Καπετάν Κωνσταντή Δουράκη (κτίσμα τού 18ου αι.), στον οποίο φιλοξενήθηκε ο Θεόδωρος Κολοκοτρώνης κατά την περίοδο τού διωγμού των Κλεφτών. Από εδώ επίσης διέφυγε τον Μάρτιο τού 1806 προς την Ελαφόνησο και από εκεί στην Ζάκυνθο, συνοδευόμενος από το Β. Βενετσανάκη και την μητέρα τού Τζανετάκη Γρηγοράκη.
Ιστορικό της πολιορκίας
Μετά το μακελειό της Αρβανιτιάς ο Γαζή-Χασάν Τσεζάερλης έστρωσε σχέδιο να καταστρέψει τον Κωνσταντή Κολοκοτρώνη. Πήγε στην Κωνσταντινούπολη, και μαζί με τον Μαυρογένη επέστρεψαν τον Ιούνιο του 1780 με 14.000 στρατό και καράβια. Βγήκαν στο Γύθειο και διάταξαν τον Αλήμπεη να τραβήξει από την ξηρά για τον πύργο της Καστάνιτσας, (Καστάνια μπαρδουνοχώρια Λακωνίας) όπου ήταν ο Κολοκοτρώνης και τα παλικάρια του. Ο Παναγιώταρος ζήτησε την βοήθεια των Μανιατών, αλλά παρενέβη ο Μαυρογέννης και έτσι οι Μανιάτες δεν κινήθηκαν.
- Οι Τούρκοι πολιόρκησαν τον Πύργο και πυρπολήσαν τα κοντινά χωριά Άγιος Νικόλαος και Σελεγούδι. Έστησαν κανόνια και βομβοβόλα και ο πεζικός στρατός των Τούρκων σταμάτησε μια ώρα έξω από τους Πύργους της Καστάνιτσας.Το τουρκικό στράτευμα έγινε αντιληπτό από τον Παναγιώταρο στην θέση Άβορνα, τοποθεσία κοντα στο Σελεγούδι το οποίο απέχει 5χλμ απο την Καστάνιτσα.
-Ο Αλήμπεης ζήτησε από τον Κολοκοτρώνη και τον Παναγιώταρο να του δώσουν ένα παιδί τους για όμηρο και έτσι να λύσει την πολιορκία. Ο Κολοκοτρώνης και ο Παναγιώταρος αρνήθηκαν, και οι Τούρκοι άρχισαν την πολιορκία.
Επί δέκα μέρες τα κανόνια και τα βομβοβόλα, μαζί με 20 χιλιάδες ντουφέκια έριχναν ασταμάτητα. Ωστόσο οι πύργοι βαστούσαν γερά. Οι τύχοι άνοιξαν από τις ακατάπαυστες βολές, αλλά οι υπερασπιστές τους αμύνονταν γεναία και οι Τούρκοι δεν τολμούσαν να κάνουν έφοδο. Από τους Έλληνες όμως δεν έφτανε καμιά βοήθεια...
- Ο Κολοκοτρώνης και ο Παναγιώταρος πήραν τη μεγάλη απόφαση να κάνουν έξοδο τη νύχτα της 19ης Ιουλίου 1780.
Η έξοδος πραγματοποιήθηκε μόλις βασίλεψε το φεγγάρι. Με τα γυναικόπεδα στη μέση και το γιαταγάνι στο χέρι όρμησαν μέσα στους Τούρκους και σκόρπισαν τον όλεθρο. Ο γέρος πατέρας του Παναγιώταρου έμεινε μέσα στον πύργο να κρατάει τον πόλεμο. Ο Παναγιώταρος που έμεινε πιο πίσω για να ασφαλίζει το πέρασμα των πρώτων έπεσε στα χέρια των Μπαρδουνιωτών και βρήκε φρικτό θάνατο. Τον έσφαξαν και τον έκοψαν κομματάκια. Ο πατέρας του και αυτός έπεσε και θανατώθηκε φρικτά. Του έκοψαν το χέρι και τα δύο του πόδια και τον κρέμασαν στο Γύθειο.
-Ο Κων. Κολοκοτρώνης πληγώθηκε θανάσιμα κατά την ηρωϊκή έξοδο και ετοιμοθάνατος κρύφτηκε στον λόγγο. Αναγκάστηκε από τον πυρετό και τη δίψα να βγει και έπεσε στα χέρια εφτά Μπαρδουνιωτών που τον σκότωσαν φρικτά. Πέταξαν το κεφάλι του σε μια τρύπα και το σώμα του στον γκρεμό ανάμεσα στα χωριά Άρνα και Κοτσατίνα (Σπαρτιά Λακωνίας). (βλ. βιογραφικό)
Μεταξύ εκείνων πού σώθηκαν ήταν και η γυναίκα τού Κωνσταντή Κολοκοτρώνη, η Ζαμπέτα, που ντυμένη αντρικά και παλεύοντας με ακατάβλητο θάρρος, κατάφερε να σωθεί και να σώσει από τα έξι παιδιά της, μια κόρη της και το μικρότερο γιο της.
Ο μικρός γιος που σώθηκε από τη σφαγή στη Καστάνια ήταν ο 10χρονος Θεόδωρος Κολοκοτρώνης, ο μεγάλος «γέρος του Μοριά»....
Μετά την μάχη
Ο Χασάν με τον Μαυρογέννη επέστρεψαν στην Κωνσταντινούπολη με νέους θριάμβους. Η πολιορκία της Καστανίτσας έγινε δημοτικό τραγούδι....
-Αυτήν την ηρωική, βουτηγμένη στο αίμα σελίδα της Καστάνιας , τιμούν στην επέτειο μνήμης στις 20 Ιουλίου κάθε χρόνο με τα «Παναγιωτάρεια» με σεμνή τελετή και επιμνημόσυνη δέηση .
-Στα απομνημονεύματά του γράφει ο Θεόδωρος Κολοκοτρώνης, γιος του Κωνσταντή:
«Ησύχασεν η Πελοπόννησος. Εκατέβη ο ίδιος ο Καπετάμπεης και χάλασε τον πατέρα μου και τον Παναγιώταρον Βενετσανάκην. Ήλθεν η αρμάδα εις το Μαραθονήσι τα στρατεύματα στερεάς και θαλάσσης. Η Καστάνιτσα αποικία, όπου ήτον ο Κολοκοτρώνης κι ο Παναγιώταρος, έξι ώρας μακράν από το Μαραθονήσι.
Έρχοντας η αρμάδα, ο Παναγιώταρος, ως Μανιάτης, επροσκάλεσε βοήθεια από τους Μανιάτας, και οι Μανιάτες υποσχέθηκαν ότι πάνε βοήθεια και ο δραγουμάνος ο Μαυρογένης ως Έλλην και τεχνίτης έκαμε τον Μιχάλη Τρουπάκη Μπέη και για να τον κάμη Μπέη αλικώτησε την βοήθεια και επήρε το κάστρο. Επήγε το ασκέρι 14.000, και τους επολιόρκησε.
Μία ώρα στράτα αλάργα έστησε το ορδί. Έστειλεν ο Σερασκέρης Αλήμπεης ένα γράμμα για να προσκυνήσουν και να του δώσουν ενέχυρα ένα παιδί ο ένας και ένα ο άλλος, και να τραβήξη χέρι από δαύτους, αυτοί απεκρίθηκαν: ‘’Δεν προσκυνούμε, θέλομε πόλεμο και οποίος μείνη νικημένος ας προσκύνηση’’. Αυτός ήλπιζε από την Μάνην βοήθεια. Τους πολιόρκησαν τα τούρκικα στρατεύματα, έβγαλαν κανόνια και βόμβαις, τους πολεμούσαν ήμερα καί νύκτα ούτε οι βόμβαις τους έκαναν φόβον ούτε τα κανόνια, όμως επολέμησαν δώδεκα ημέραις και δώδεκα νύκτες με ανδρεία και γενναιότητα.
Όταν είδαν ότι βοήθεια δεν έρχεται, απεφάσισαν να φύγουν από τους πύργους. Οι πύργοι ήτον δύο, και ο ένας ήταν του πατέρα τού Παναγιώταρου και ο άλλος τού πατέρα μου και τού Παναγιώταρου• ο πατέρας τού Παναγιώταρου ήτον 80 ετών, ως και η μητέρα του, και μην ημπορώντας να φύγουν εις το γιουρούσι, με τα άλλα γυναικόπαιδα, είπε τού Παναγιώταρου και πατέρα μου• «βάλτε φωτιά στους άλλους πύργους, εγώ μένω εδώ’ έμεινε μ’ ένα δούλο και με την γυναίκα του και μία δούλα με σκοπόν να πολεμήση ελπίζοντας να έλθη βοήθεια από τα παιδιά του έπειτα. Ο πόλεμος του ήτον με τον δούλον, η τέχνη του μεγάλη•είχε φυτίλι να γυρίση μαζί με τους Τούρκους.
Αυτοί που επολεμούσαν μέσα έπεσαν εις το ορδί τού Σερασκέρη, με τα σπαθιά εις το χέρι, μόνον τρεις εσκοτώθησαν άνδρες, και μέρος γυναίκες, και έμειναν πολλά παιδιά σκλάβοι• και έτσι έμειναν δύο αδέλφια μου σκλάβοι, το ένα τριών χρόνων και το άλλο ενός, άλλα δύο εσκλαβώθηκαν, και έπειτα ελευθερώθηκαν. Όταν έκαμαν το γιουρούσι, έπιασαν τα βουνά οι τούρκοι δια νυκτός εβασίλευε το φεγγάρι εις την μέσην νύκτα, και βασιλεύοντας το φεγγάρι εβγήκαν νύκτα μικρή και δεν έλαβαν καιρόν να φύγουν κατά την Μάνη• επήγαν εις τους λόγκους κ’ επήρε ημέρα. Τον Παναγιώταρον ζωντανόν τον έπιασαν και έπειτα τον εσκότωσαν οι Μπαρδουνιώταις.
Ο πατέρας μου εσκοτώθηκε με δύο του αδέλφια, Αποστόλη και Γεώργη, ο ένας εις τον λόγκον, ο άλλος μοναχός του, διατί ελαβώθηκε’ εγλύτωσεν ένας μπάρμπας μου, Αναγνώστης, ο από τους κλεισμένους τέσσαρους αδελφούς Κολοκοτρώνη. Εγώ, η μάννα μου, η αδελφή μου εγλύτωσαν με τα παλληκάρια του πατέρα μου. Εις το γιουρούσι ελαβώθηκε με σπαθί ο Κωσταντής Κολοκοτρώνης, και με προδοσία ενός τούρκου φίλου εσκοτώθηκε, δεν εφάνη το κεφάλι του, οι φονείς του τον εσκότωσαν και τον έκρυψαν δια το βίο του.
Όσα είχεν απάνω του, σε τρία χρόνια τον ξέθαψαν τον Κολοκοτρώνη Κωσταντή, από το μικρό δάκτυλο τον γνώρισαν οπού είχε γυρισμένο από μία σπαθιά τουρκική•τον είχαν κρύψει εις μία τρούπα τής “Αρνης καί Κοτζατίνας’’ τον έθαψαν έπειτα εις την Μηλιά.
Ήτον μελαψώτερος, μονοκόκκαλος, δυνατός, ογλήγορος, με ένα καθάριο άτι δεν τον έπιανες, 33 χρόνων, μέτριος, μαυρομμάτης, λιγνός• οι Αρβανίται τον είχαν τόσο τρομάξει που έκαμναν όρκον: να μην γλυτώσω από του Κολοκοτρώνη το σπαθί. 700 μπουλουκτζίδαις εσκότωσε πριν.
Ο Παναγιώταρος ήτον γίγαντας, νέος, μαύρα μαλλιά, «σόϊ άνθρωπος» άσπρος, 37-38 χρόνων. Εις την Ανδρούσαν εσκοτώθη ο γέρο Γιάννης Κολοκοτρώνης, έπειτα τον εκδίκησε ο υιός του. Ο γέρο Γιάννης Κολοκοτρώνης, του έκοψαν χέρι και πόδια και τον εκρέμασαν.
Ο γέρων πατέρας του Παναγιώταρου επολέμαε από τον πύργον και εμαρτύρησε το φυτίλι ο δούλος που επροσκύνησε, και τον γέροντα τον έπιασαν ζωντανό. Ο Καπετάμπεης ερώταε: διατί δεν προσκυνάει: ‘’Τώρα προσκυνώ, προσκυνημένο κεφάλι δεν κόβεται’’. Του έκοψαν χέρι και πόδια, τον κατράμισαν».
----
«Ο Παναγιώταρος και ο Κωνσταντής Κολοκοτρώνης σκοτώθηκαν ηρωικά στον Ταΰγετο (θέση Ανίνα) μετά την έξοδο της Καστάνιας! Αυτοί που επολεμούσαν μέσα ’πέσαμ εις το ορδί του Σερασκέρη με τα σπαθιά εις το χέρι, μόνον τρεις εσκοτώθηκαν άνδρες και μέρος γυναίκες και έμειναν πολλά παιδιά σκλάβοι. Και έτσι έμειναν δύο αδέλφια μου σκλάβοι, το ένα τριών χρονών και το άλλο ενός, άλλα δύο σκλαβώθηκαν και έπειτα ελευθερώθηκαν». Η οικογένεια του Παναγιώταρου ξεκληρίζεται και τα δύο του αγόρια αιχμαλωτίζονται και οδηγούνται στην Κωνσταντινούπολη όπου και εξισλαμίζονται...
-O ένδοξος θάνατος τών Κολοκοτρώνηδων και τών Βενετσανάκηδων και τών άλλων κλεφτών τής Μάνης, έγινε δημοτικό τραγούδι:
.
Τ’ έχουν τής Μάνης τα βουνά όπου είναι βουρκωμένα;
Καν o βοριάς τα βάρεσε, καν η νοτιά τα πήρε.
Μηδέ νοτιά τα βάρεσε, μηδ’ δ βοριάς τα πήρε,
Παλεύει o καπετάν πασιάς με τον Κολοκοτρώνη.
Στεριά παλεύει o Αλήμπεης μ’ άρματα τού πελάγου,
Στην Άρεια που έρριψε τ’ ορδί διαβάζει το φερμάνι.
Ποιος είνε o Παναγιώταρος, ποιόν λεν Κολοκοτρώνη;
Να ‘ρθούν να προσκυνήσουνε, ραγιάδες να γενούνε.
Τ’ ακούει ο Παναγιώταρος, παράξενο τού φάνη,
Δεν προσκυνούμ’ Αλήμπεη, ο νους σου μην το βάνη
Τ’ άρματα δεν τα δίδομε, ραγιάδες να γενούμε,
Παρά θα γένη πόλεμος με τόπια, με ντουφέκια.
Κι’ Αλήμπεης, σαν τα’άκουσε πολύ τού κακοφάνη,
Δώδεκα μέρες πολεμά με τόπια, με ντουφέκια.
Την Κυριακή το δειλινό μεγάλα τόπια βγάλαν,
Καρσί στον Πύργο τόβαλαν, τον πύργο να χαλάσουν.
Βλέπουν τον πύργο κ’ έτρεμε και ήθελε να πέση,
Κ’ οι κλέφτες επλακωσανε και τα νησιά γιομίσαν.
Κ’ οι Μπαρδουνιώταις παν κοντά που ξέρουν τα γιατάκια,
Στη Μάρο δεν επήγανε. στην Πάρο και στη Λάρσα.
Που ήτον ο Παναγιώταρος κι ο Γιαννο-Ρουμελιώτης
Πουλάκι επήγε κ’ έκατσε στην έρημη Καστάνια.
Δεν εκελάιδει κ’ έλεγε ανθρωπινή λαλίτσα.
Πολύ κακό που πάθανε οι Κολοκοτρωναίοι,
Που τους εσκλάβωσ’ η τουρκιά, τ’ Αλήμπεη τ’ ασκέρι.
Την ταπεινή Αναγνώσταινα την πήραν οι Λαλιώταις,
Τη δόλια την Γεωργάκαινα την παν στην Καλαμάτα.
Κ’ η Κωσταντού ήταν πονηρή κ’ έντύθηκε τ’ αντρίκια,
Πήρε το αλαφρό σπαθί και το βαρύ τουφέκι
Και με τους άνδρες έσμιξε και πάει τη μέσα Μάνη.
Κ’ Αλήμπεης πού τ’ άκουσε πολύ του κακοφάνη
Δεν είχα τούρκους εδικούς, δεν είχα παλληκάρια.
να την επιάσουν ζωντανή
…………………………………
Πολύ σκοτίδιασε ο ουρανός, πάλι να βρέξει θέλει,
σκοτίδιασε η Μαυρομηλιά και της Μηλιάς ο κάμπος.
Εσύρανε τα ρέματα, εσύραν τα λαγκάδια,
Κ’ εκόπηκε το πέρασμα, κ’ εκόπη το γιοφύρι.
που κει περνάει η κλεφτουριά, οι Κολοκοτρωναίοι,
με τα μπαϊράκια τα χρυσά, τις ασημομπιστόλες.
Κινάν και πάν στην εκκλησιά για να λειτουργηθούνε,
φορούν τα πόσια τα χρυσά, τις ασημοπαλάσκες.
Σίντας ξελειτουργήσανε και βγηκαν’ στην κουβέντα,
πετάχτηκε ο Κωσταντής και λέει τού Δημητράκη
«Τούτ’ η χαρά που ‘χομ’ εμείς σε λύπη θα μας φέρη,
πολλή τουρκιά μας έζωσε, ο Θεός να μας γλυτώση».
Τ’ ακούει ο Παναγιώταρος κ’ εσβήστη από τα γέλια,
«Τί λες κουμπάρε Κωσταντή τί λες τί κουβεντιάζεις;
Τίγαρις είναι του Μυστρά να το πατούν οι τούρκοι;
Ποτέ δεν επατήθηκε τής Καστανιάς ο πύργος,
ουδέ ο τούρκος τον πάτησε, μαϊδέ και ο Αλλαμάνος».
Τρεις περδικούλες κάθουνται στον πύργο τής Καστάνης,
η μία κλαίει τον Κωσταντή, η άλλη το Δημητράκη
κ’ η τρίτη η καλύτερη κλαίει τον Παναγιώτη.
Κωνσταντής Κολοκοτρώνης
Ο Κωνσταντής Κολοκοτρώνης (1745 - 1780) ήταν ο πατέρας της ηγετικής φυσιογνωμίας της Ελληνικής Επανάστασης του 1821 Θεόδωρου Κολοκοτρώνη, αλλά και μια από τις σπουδαιότερες ιστορικές φυσιογνωμίες των αρματολών στον προεπαναστατικό αγώνα.
Γεννήθηκε πιθανόν το 1745 και ήταν ένα από τα πέντε παιδιά του Ιωάννη Κολοκοτρώνη. Είχε ανάστημα μέτριο και ήταν μελαμψός και γρήγορος.
Νέος ακόμα ο Κωνσταντής διορίστηκε από τον Χαλήλ μπεη αρματολός της Κορίνθου, όπου έμεινε τέσσερα χρόνια. Συνδέθηκε στενά με τις πιο ισχυρές οικογένειες του Μοριά, τους Πετιμεζαίους και απέκτησε σημαντική δύναμη. Έφθασε στο σημείο να επηρεάζει αποφασιστικά τους διορισμούς των πασάδων της Πελοποννήσου. Στα τέσσερα χρόνια που βαστούσε το αρματωλίκι της Κορίνθου γεννήθηκε μέσα του το μεγάλο σχέδιο να αποτινάξει τους Τούρκους από την Πελοπόννησο. Έγινε βλάμης με τον περίφημο κλέφτη του Ταϋγέτου τον Παναγιώταρο. Το 1762 άφησε το αρματωλίκι, ανέβηκε στον Ταΰγετο και μαζί με τον Παναγιώταρο έκτισε πύργο στην Καστάνιτσα της Μάνης, και κοντά σ΄ αυτόν δύο χαμόσπιτα. Από εκεί ξεκινούσαν καταστροφικές επιδρομές στους Τούρκους.
Το 1770 τάχθηκε υπέρ του κινήματος των Ορλωφικών και έδειξε ανδρεία στις μάχες που ακολούθησαν μάλιστα δυο από τους αδερφούς του σκοτώθηκαν καθώς και ο πατέρας του που βρήκε σκληρότατο θάνατο από τους Τούρκους. Πολέμησε τους Τούρκους σε όλη την Πελοπόννησο και τους έκανε μεγάλη ζημιά. Κάποτε παραφύλαξε στην γέφυρα του Μπίρμπαγα στην Κατσάνα και σκότωσε τον Μπεκιάρη, τον πιο γενναίο και πιο αιμοβόρο από τους αρχηγούς των Αρβανιτών, με 36 παλληκάρια του. Μιά άλλη φορά πάλι, κοντά στην Ανδρούσα, ξέκανε άλλον γενναίο οπλαρχηγό Αρβανίτη, τον Βέιζο με 24 παλληκάρια του. Με τις πράξεις του αυτές ενθάρυνε τους Έλληνες να βγουν στα βουνά και να γίνουν πέντε χιλιάδες κλέφτες. Μετά το μακελειό της Αρβανιτιάς, όπου ο Κολοκοτρώνης με τρεις χιλιάδες παλλικάρια του αντιμετώπισε δώδεκα χιλιάδες Αρβανίτες και τους ξετίναξε, το όνομα του Κολοκοτρώνη ακούστηκε σε όλο τον Ελληνισμό. Τόσο όμως ήταν το μίσος των Τούρκων, που ο Χασάν Τσεζάερλης, παρότι ο Κωνσταντής τον συνέτρεξε αποφασιστικά στην εκστρατεία του κατά των Αρβανιτών, δε του συγχώρεσε ότι δεν τον "προσκύνησε", ώστε, μαζί με τον μεγάλο δραγουμάνο του στόλου, τον Μαυρογένη μάζεψαν καράβια και δεκατέσσερις χιλιάδες στρατό και ήρθαν στο Γύθειο για να τον πιάσουν. Ο Κωνσταντής και ο βλάμης του ο Παναγιώταρος πολέμησαν γενναία στην πολιορκία της Καστανίτσας, και ο Παναγιώταρος πιάστηκε ζωντανός και κρεουργήθηκε. Ο Κωνσταντής πληγώθηκε θανάσιμα από μια σπαθιά. Έτσι πληγωμένο θανάσιμα και με πυρετό ετοιμοθάνατο τον βρήκαν εφτά Μπαρδουνιώτες Τούρκοι και τον πετσόκοψαν. Πέταξαν το κεφάλι του σε μια τρύπα και το κορμί του στον γκρεμό αναμεσα στα χωριά Άρνα και Κοτσατινα Λακωνίας.Το σώμα του διατηρήθηκε λόγω των χαμηλών θερμοκρασιών, εντοπίστηκε και ενταφιάστηκε στη Μηλιά της Μάνης, στο συνοικισμό Κυβέλεια, όπου σώζεται ο τάφος του.
Παναγιώταρος Βενετζιανάκης
Ο Παναγιώταρος Βενετζιανάκης ήταν Μανιάτης ναυτικός του 18ου αιώνα. Ανέβηκε στον Ταΰγετο και μαζί με τον Κωνσταντή Κολοκοτρώνη έκτισαν πύργο στην Καστάνιτσα της Μάνης, και κοντά σ΄ αυτόν δύο χαμόσπιτα. Από εκεί ξεκινούσαν καταστροφικές επιδρομές στους Τούρκους. Αργότερα όμως παρεκτράπηκε και πρόσφερε άσυλο σε πολλούς ληστές, από τους οποίους υπέφεραν πιο πολύ οι χριστιανοί παρά οι Τούρκοι. Ο Παναγιώταρος και ο Κωνσταντής Κολοκοτρώνης πολεμησαν γενναία στην πολιορκία της Καστανίτσας και ο Παναγιώταρος πιάστηκε ζωντανός και κρεουργήθηκε. Εγγονός του από την θυγατέρα του ήταν ο Γερουσιαστής Τζανετάκης.
-Σχεδόν 40 χρόνια μετά, στις 6 Ιανουαρίου 1821, ο 50χρονος πλέον Θεόδωρος Κολοκοτρώνης επιστρέφει απο τη Ζάκυνθο στην Μάνη (Καρδαμύλη) για να οργανώνει τον Αγώνα...Ο κύβος είχε ριφθεί ...Ηταν η τελευταία και φυσικά πετυχημένη Επανάσταση...
Πηγές
• Μεγάλη Στρατιωτική και Ναυτική Εγκυκλοπαιδεία, Τόμος 5, Ν-Σ. Αθήνα: Έκδοσις Μεγάλης Στρατιωτικής και Ναυτικής Εγκυκλοπαιδείας. 1929, σελ. 685 και 693. Ανακτήθηκε στις 28 Νοεμβρίου 2012.
• mani.org.gr Καστάνιτσα, Κλεφτουριά
Δείτε ακόμη
Η πρώτη Επανάσταση απο τη Μάνη ( 10 Οκτ 1479)
Στις 23 Ιανουαρίου 1480 η Βενετία συμμαχεί με τους Τούρκους και επικηρύσσει «ως προδότη» τον αρχηγό των Μανιατών, Κροκόδειλο Κλαδά, τον οποίον προηγουμένως έχει ανακηρύξει ιππότη του Αγίου Μάρκου, και ορίζει υπέρογκο για την εποχή ποσό για τη σύλληψη ή εξόντωσή του.
Ο Κροκόδειλος Κλαδάς (1425 – 1490) ήταν Έλληνας στρατιωτικός ηγέτης, γιος του Θεόδωρου Κλαδά, αξιωματικού στην υπηρεσία των Δεσποτών του Μυστρά. Ανέλαβε στρατιωτική δράση στην περιοχή της Μάνης, αλλά επεκτάθηκε και στην Ήπειρο και η δράση του καλύπτει μια περίοδο σχεδόν 30 ετών.
Η δράση του Κροκόδειλου στη Πελοπόννησο
Οταν μεγάλωσε ο Κρ Καλδάς ακολούθησε τα βήματα του πατέρα του και έγινε στρατιωτικός. Όταν πέθανε ο πατέρας του, το 1460, κληρονόμησε τον πατρογονικό πύργο της οικογένειας, το φρούριο του Αγίου Γεωργίου, στη Μπαρδούνια της Μάνης.
Με την έκρηξη του πρώτου τουρκοενετικού πολέμου, το 1463, πήρε και πάλι τα όπλα και πολέμησε επικεφαλής σώματος στρατιωτών, υπέρ τον Ενετών.
Η Βενετία αντάμειψε τον Κλαδά για την αφοσίωσή του με το παράσημο του Λέοντα του Αγίου Μάρκου, με έναν χρυσοκέντητο μανδύα και με εκτάσεις γύρω από την Κορώνη.
Όταν οι Ενετοί υπέγραψαν συνθήκη με τον Μωάμεθ τον Πορθητή, ο Κλαδάς διατάχτηκε να σταματήσει τις εχθροπραξίες. Βάσει των όρων της εν λόγω συνθήκης, η Μάνη παραδιδόταν στους Οθωμανούς. Όπως ήταν φυσικό, ο όρος αυτός προκάλεσε οργή στους Λάκωνες.
Ο Κροκόδειλος Κλαδάς δε σκέφτηκε να παραδοθεί ακόμη και όταν ο Μωάμεθ προσπάθησε να τον δελεάσει με παροχές κτημάτων.
-Αμέσως μετά την υπογραφή της συνθήκης, ο Κλαδάς στις 9 Οκτωβρίου 1479 εγκατέλειψε την Κορώνη, επικεφαλής 16.000 ανδρών και βάδισε προς τη Μάνη, όπου διακήρυξε την απόφασή του να συνεχίσει τον πόλεμο καλώντας τους Έλληνες να συνταχθούν μαζί του, ενώ κινήθηκε να απελευθερώσει τη Μάνη την οποία η Ενετοί την είχαν παραδώσει στους Οθωμανούς.
Οι τουρκικές φρουρές στα χωριά της Μάνης εξουδετερώθηκαν και τα φρούρια της περιοχής κατελήφθησαν.