Οἱ
χιλιάδες Νεομάρτυρες, οἱ ὁποῖοι
ἔδωσαν
τὴν
ἡρωική
τους μαρτυρία στὰ μαῦρα
χρόνια τῆς τουρκοκρατίας, εἶναι
ἰσάξιοι
μὲ
τοὺς
Μάρτυρες τῆς ἀρχαίας
Ἐκκλησίας.
Ἕνας
ἀπὸ
αὐτοὺς
εἶναι
καὶ
ὀ
άγιος Γεώργιος ὁ ἐξ
Ἰωαννίνων.
Γεννήθηκε στὸ
χωριό Τσουρχλί τῶν Γρεβενῶν,
σημερινὸ «Ἅγιος
Γεώργιος» στὰ 1808. Οἱ
γονεῖς
του, Κωνσταντίνος καί Βασιλική, ἁπλοϊκοὶ
καὶ
φτωχοὶ
γεωργοί, εἶχαν πίστη στὸ
Θεὸ
καὶ
βίωναν τὴν Ὀρθοδοξία.
Μεγάλωσαν καὶ ἀνάθρεψαν
τὸ
παιδί τους μὲ εὐσέβεια
καὶ
προσήλωση στὴν σώζουσα πίστη τῆς
Ὀρθοδοξίας.
Σὲ
ἡλικία
18 ἐτῶν
ἔχασε
τοὺς
ἀγαπημένους
του γονεῖς καί, γιὰ
νὰ
ζήσει, κατέβηκε στὰ Ἰωάννινα
νὰ
ἐργαστεῖ.
Προσλήφτηκε ὡς ἱπποκόμος
σὲ
κάποιον Χατζή Ἀβδουλά, ἀξιωματικὸ
τοῦ Εμὶν
Πασά, ἐργαζόμενος
γιά περίπου ὀκτὼ
χρόνια, δείχνοντας ἀσυνήθιστη τιμιότητα, εὐγένεια
καὶ
ἀφοσίωση,
ὥστε
νὰ
τὸν
ἐκτιμήσουν
οἱ
τοῦρκοι
καὶ
νὰ
τὸν
θεωροῦν
«δικό» τους. Μάλιστα τὸν ἀποκαλούσαν
«Χασᾶν
Ἀγά»,
ἐλπίζοντας
ὅτι
θὰ
ἐξισλαμίζονταν.
Στά 1836 ὁ
Γεώργιος ἀρραβωνιάστηκε μὲ
μία εὐσεβῆ
Γιαννιώτισσα νέα, την Ελένη. Τότε ἕνας ραδιοῦργος
χότζας τῆς περιοχῆς
θύμωσε, διότι εἶδε τὸν
Γεώργιο νὰ μὴν
προτιμᾶ
καὶ
νὰ
καταφρονεῖ τὴν
θρησκεία του καὶ ἔτρεξε
ἀμέσως
στὶς
ἀρχὲς
καὶ
τὸν
συκοφάντησε, ὅτι δῆθεν
εἶχε....
ἀσπασθεῖ
τὸ
Ἰσλὰμ
καὶ
κατόπιν ἐπέστρεψε στὴν
χριστιανικὴ πίστη. Ἂς
σημειωθεῖ, πὼς
γιὰ
τὴν
διδασκαλία τοῦ Κορανίου, αὐτὸ
ἦταν
ἀσυγχώρητο
ἁμάρτημα
καὶ
πώς, ἂν
δὲν
μεταστρέφονταν καὶ πάλι στὸ
Ἰσλάμ,
ἔπρεπε
νὰ
πεθάνει!
Τὸ
ἔσυραν
μὲ
βία στὰ
ἀνακριτικὰ
γραφεῖα
καὶ
ὥσπου
νὰ
δικασθεῖ, τὸν
ἔκλεισαν
σὲ
σκοτεινὲς καὶ
ἀπάνθρωπες
φυλακές. Ὁ Γεώργιος ἀπολογήθηκε
στὸ
δικαστήριο μὲ θάρρος, ὅτι
κατάγεται ἀπὸ
εὐσεβῆ
χριστιανικὴ οἰκογένεια
καὶ
πὼς
οὐδέποτε
διανοήθηκε νὰ ἀρνηθεῖ
τὴν
πίστη του στὸ Χριστό. Γιὰ
νὰ
ἀποδείξει
τὴν
ἀθωότητά
του καὶ
ζήτησε νὰ ἐξετασθεῖ
ὅτι
δὲν
εἶχε
κάνει περιτομή. Ἡ ἐξέταση
τὸν
δικαίωσε καὶ ἀφέθηκε
ἐλεύθερος.
Ὁ
Γεώργιος καὶ ἡ
Ἑλένη
παντρεύτηκαν τὸν Αὔγουστο
ἢ
τὸν
Ὀκτώβριο
τῆς
ἴδιας
χρονιᾶς.
Τό 1837 προσλήφτηκε στὴ
δούλεψη ἑνὸς
ἄλλου
τούρκου ἀξιωματούχου, τοῦ
Μουσελίμη τῶν Φιλιατῶν.
Ἀλλὰ
τὸ
Δεκέμβριο τοῦ ἰδίου
ἔτους
γύρισε τὰ Ἰωάννινα,
διότι γέννησε ἡ σύζυγός του ἕνα
χαριτωμένο ἀγόρι καὶ
διότι ἤθελε
νὰ
παραστεῖ στὴ
βάπτισή του, ἡ ὁποία
ἔγινε
στις 12 Ἰανουαρίου. Ὁ
ἴδιος
χότζας, ὅταν ἔμαθε
γιὰ
τὴ
βάπτιση τοῦ παιδιοῦ
τοῦ
Γεωργίου, σκέφτηκε νὰ ἐπανέλθει
στὴν
συκοφαντία του, ὑποστηρίζοντας, πὼς
ὁ
Γεώργιος εὐτελίζει τὴν
ἰσλαμικὴ
πίστη, διότι εἶχε ὄντως
γίνει μουσουλμάνος καὶ ἀλλαξοπίστησε
γιὰ
χάρη τῆς
χριστιανῆς Ἑλένης.
Μάλιστα θεώρησε ἐπιπρόσθετη προσβολή, τὴ
βάπτιση τοῦ παιδιοῦ
του!
Οἱ
τουρκικὲς δικαστικὲς
ἀρχὲς
ἔδωσαν
διαταγὴ
νὰ
συλληφθεῖ καὶ
νὰ
ὁδηγηθεῖ
στὴ
φυλακὴ
καὶ
νὰ
βασανιστεῖ, ὥσπου
νὰ
ἀρνηθεῖ
τὴν
χριστιανική του πίστη καὶ νὰ
τουρκέψει. Βασανιστὲς τὸν
πίεζαν καὶ τὸν
κακοποιοῦσαν νὰ
ὑποκύψει,
ἀλλὰ
ἐκεῖνος
ἔμεινε
ἀμετάπειστος.
Ὁμολογοῦσε,
μὲ
ὅση
δύναμη εἶχε, τὴν
πίστη του στὸ Χριστὸ
καὶ
τὴν
Ὀρθοδοξία.
Ὁ
κλῆρος
καὶ
ὁ
λαὸς
τῶν
Ἰωαννίνων,
ὅταν
ἔμαθαν
γιὰ
τὴ
σύλληψή του, θορυβήθηκαν καὶ ἔκαναν
ὅ,τι
μποροῦσαν
γιὰ
νὰ
τὸν
ἀπελευθερώσουν.
Μάταια ἐκλιπαροῦσαν
καὶ
προσπαθοῦσαν νὰ
πείσουν τὶς τουρκικὲς
ἀρχὲς
ὅτι
ὁ
Γεώργιος ἦταν ἀθῶος
καὶ
οὐδέποτε
εἶχε
ἐκφράσει
τὴν
παραμικρὴ ἐπιθυμία
νὰ
γίνει μουσουλμάνος.
Ὁ
Μητροπολίτης Ιωαννινων Ἰωακεὶμ
ὁ
Χίος, ἀποφάσισε
νὰ
πάει στὸ δικαστήριο, νὰ
καταθέσει ὑπὲρ
τοῦ
Γεωργίου, τὸ ὁποῖο
ἔγινε
τὴν
ἑπόμενη
ἡμέρα.
Ὅμως
τὰ
ἐπιχειρήματα
καὶ
τὶς
μαρτυρίες τοῦ Μητροπολίτη δὲν
ἔγιναν
δεκτὰ
ἀπὸ
τοὺς
τούρκους δικαστές, οἱ ὁποῖοι
εἶχαν
πάρει τὴν ἀπόφασή
τους: ἢ
νὰ
κάμουν τὸ Γεώργιο νὰ
ἀλλαξοπιστήσει,
ἢ
νὰ
τὸν
σκοτώσουν! Μὲ διάφορες κολακεῖες,
προσπαθοῦσαν νὰ
τὸν
πείσουν, τάζοντάς του ἀξιώματα, τιμὲς
καὶ
πλούτη. Ἐκεῖνος
ὅμως
ἔμεινε
ἑδραῖος
στὴν
πίστη του, ὁμολογώντας: «Εἶμαι
Χριστιανός!». Κατόπιν ἄρχισαν οἱ
ἀπειλές,
πὼς
ἂν
δὲν
ἀσπάζονταν
τὸ
Ἰσλὰμ
θὰ
τὸν
βασάνιζαν φρικτὰ καὶ
θὰ
τὸν
θανάτωναν. Ὅμως ὁ
Γεώργιος δὲν ὑπέκυπτε,
καὶ
φώναζε ὅσο δυνατότερα μποροῦσε:
«Εἶμαι
Χριστιανός!».
Ὅταν
διαπίστωσαν τὸ μάταιο τῶν
προσπαθειῶν τους, παρέδωσαν τὸν
Μάρτυρα στοὺς δημίους νὰ
τὸν
βασανίσουν, ὅσο φρικτότερα μποροῦσαν.
Τὸν
μαστίγωσαν ἄγρια καὶ
ἀνελέητα,
γεμίζοντας τὸ σῶμα
του μὲ
βαθιὲς
πληγές, στὶς ὁποῖες
ἔριχναν
καυτὸ
λάδι καὶ κερί. Τοῦ
ἔχωσαν
στὰ
νύχια ἀκίδες
ἀπὸ
καλάμια. Τὸν πέταξαν στὸ
πιὸ
ὑγρὸ
καὶ
σκοτεινὸ μέρος τῆς
φυλακῆς,
τοποθετώντας μία τεράστια πέτρα στὸ στῆθος
του, τὴν
ὁποία
μόλις σήκωναν εἴκοσι ἄνδρες!
Ὁ
Γεώργιος, ὑπόμεινε μὲ
ἡρωισμὸ
καὶ
καρτερία τὰ φρικτὰ
βασανιστήρια, φωνάζοντας: «Εἶμαι Χριστιανὸς
καὶ
Χριστιανὸς θέλω νὰ
πεθάνω»!
Τό ἐπόμενο
Σάββατο τόν ὁδήγησαν στὸν
ἀνθύπατο
Καχαγιάμπεη, ὁ ὁποῖος,
γιὰ
τελευταία φορὰ τὸν
ρώτησε ἂν θέλει νὰ
σώσει τὴ ζωή του, νὰ
ἀλλαξοπιστήσει.
Ὁ
Μάρτυρας ὁμολόγησε καὶ
πάλι τὴν
ἀπόφασή
του νὰ
πεθάνει ὡς Χριστιανός. Τήν Κυριακή ὁδηγήθηκε
στὸν
διοικητή Μουσταφᾶ Πασά, ὁ
ὁποῖος
ἔβγαλε
διαταγή: θάνατος δι’ ἀπαγχονισμοῦ!
Στίς 17 Ἰανουαρίου,
ἡμέρα
Δευτέρα, ἀνήμερα τῆς
ἑορτῆς
τοῦ
αγίου Ἀντωνίου,
διάλεξαν οἱ ἀντίχριστοι
γιὰ
νὰ
τὸν
ἐκτελέσουν.
Τὸν
ἀπαγχόνισαν,
στὴν
ἀγορὰ
τοῦ
Χάνδακος, κάτω ἀπὸ
τὸ
μεγάλο φρούριο, ἐνώπιον μεγάλου πλήθους
φωνασκούντων μουσουλμάνων, ἀφήνοντας κρεμασμένο τὸ
ἱερὸ
λείψανό του τρεῖς μέρες, ὡς
τὶς
19 Ἰανουαρίου.
Τὸ
διάστημα αὐτὸ
συνέβηκαν θαυμαστὰ φαινόμενα. Τὸ
βράδυ τῆς 17η Ιανουαρίου ἕνα
λαμπρὸ
φῶς
ἀπὸ
τὸν
οὐρανὸ
κατέβηκε καὶ στεφάνωσε τὸν
Μάρτυρα. Τὸ φῶς
αὐτὸ
κατέβαινε κάθε βράδυ, ὅσο ἦταν
τὸ
τίμιο λείψανο κρεμασμένο. Κατόπιν προύχοντες τῶν
Ἰωαννίνων
τὸ
ἀγόρασαν
ἀντὶ
300 γροσιῶν καὶ
τὸ
παρέδωσαν στὸν Μητροπολίτη Ἰωακείμ,
ὁ
ὁποῖος
μὲ
τὸν
Μητροπολίτη Ἄρτης, τὸ
ἐνταφίασαν
στὴ
δυτικὴ
πύλη τοῦ μητροπολιτικοῦ
ναοῦ
τοῦ
Ἁγίου
Ἀθανασίου.
Ἀκολούθησαν
πάμπολλα θαύματα.
Ἡ
ἀνακομιδὴ
του ἔγινε
στις 25 Ὀκτωβρίου 1971, ὅπου
τοποθετήθηκε στὸν ὁμώνυμο
ναό, στην πλατεία Πάργης. Ἡ μνήμη του τιμᾶται
στις 17 Ἰανουαρίου καὶ
εἶναι
ὀ
πολιοῦχος
ἅγιος
τῶν
Ἰωαννίνων.