Αξιολόγηση
Με ένα φίλο είχαμε συζήτηση για το θέμα τής αξιολόγησης.
Από την πλευρά μου τού έθεσα το θέμα τής επιστημονικά ορθής σειράς τής αξιολόγησης, ήτοι μετά από την εκπόνηση οργανισμών, στην συνέχεια περιγραμμάτων θέσεων εργασίας, μετά στοχοθεσίας και τέλος με βάση όλα αυτά την αξιολόγηση. Επίσης του τόνισα ότι, αφού επιθυμεί η κυβέρνηση να χρησιμοποιήσει την αξιολόγηση των υπαλλήλων σαν δέλεαρ για να μοιράσει σε όσους την καταθέσουν τις θέσεις προϊσταμένων, εγώ δεν προτίθεμαι να της προσφέρω το φύλλο συκής. Γιατί ενώ είχε την δυνατότητα από τότε που ανέλαβε να ορίσει άμεσα διαδικασίες επιλογής προϊσταμένων, ακόμα και να επιστρέψει στο σύστημα Ραγκούση, αυτή προτίμησε «εν τοις πράγμασι» να επιβεβαιώσει τις επιλογές προσωπικού τού Μητσοτάκη, τον οποίο σημειωτέον η ίδια κατηγορεί συλλήβδην για τις επιλογές του.
Η απάντηση του φίλου μου ήταν η εξής:
«Συμφωνούμε, όμως εγώ θα σου πω και κάτι άλλο.
Καταρχάς αξιολόγηση πρέπει να υπάρχει, δεν νοείται δραστηριότητα χωρίς αξιολόγηση. Συνεπώς το ζήτημα δεν είναι η ύπαρξη αξιολόγησης αλλά με ποια διαδικασία γίνεται και ποιους στόχους υπηρετεί.
Κατά δεύτερον αξιολόγηση προϋπήρχε των μνημονίων και μάλιστα προεβλέποντο διαδικασίες στοχευμένης αξιολόγησης προσωπικού, όπως και ποινές σε περίπτωση μη υποβολής τής έκθεση αξιολόγησης με υπαιτιότητα του υπαλλήλου.
Κατά τρίτον το τότε σύστημα αξιολόγησης συνδέθηκε μέσω του υπαλληλικού κώδικα με την μοριοδότηση για τις διαδικασίες επιλογής προϊσταμένων και βέβαια η διοικητική ιεραρχία προέκυπτε με βάση την αξιολόγηση.
Έτσι κλείνει η προμνημονιακή περίοδος, με εκθέσεις αξιολόγησης σχεδόν από όλους τους υπαλλήλους, με επιλογές προϊσταμένων κυρίως από συλλογικά όργανα και με μία έστω υποτυπώδη στοχοθεσία.
Μαζί με τα μνημόνια ανεπτύχθη υπέρμετρα και ο μύθος ότι όλοι αξιολογούνται με άριστα. Είναι βέβαια γεγονός ότι δεν έχει γίνει καμία σχετική, επιστημονικά τεκμηριωμένη έρευνα. Μόνο ατεκμηρίωτες δημοσιογραφικές αναφορές αναπτύσσουν αυτόν τον μύθο και τούτο σε αντίθεση με την πραγματικότητα που εμείς ως στελέχη τής διοίκησης γνωρίζουμε.
Ο μύθος του άριστα συνδέθηκε με άλλους δύο μύθους. Με τον μύθο ότι όλοι είναι τεμπέληδες και με τον μύθο ότι υπηρετούσαν υπεράριθμοι στο δημόσιο. Προσοχή, όχι κάποιοι είναι τεμπέληδες, αλλά όλοι είναι τεμπέληδες! Όχι κάποιοι παίρνουν άριστα, αλλά όλοι παίρνουν άριστα! Όχι ότι κάπου υπηρετούν υπεράριθμοι και κάπου λιγότεροι από όσους απαιτούνται, αλλά ότι συνολικά είναι υπεράριθμοι!
Με αυτούς τους μύθους συνδέθηκαν και οι απαιτήσεις των δανειστών για μείωση-απολύσεις προσωπικού τών δημοσίων υπηρεσιών μέσω αξιολόγησης. Η παρέμβαση Μητσοτάκη προσέθεσε ουσιαστικά στο τότε υφιστάμενο σύστημα αξιολόγησης την αντισυνταγματική ποσόστωση εξυπηρετώντας τις εντολές της τρόικας για νομιμοποίηση των απολύσεων μέσω αξιολόγησης. Η αντίδραση του δημοσιοϋπαλληλικού κόσμου σε αυτά τα σχέδια είναι γνωστή και ήταν η πρώτη φορά εδώ και χρόνια που ενώθηκαν αντίπαλοι του παρελθόντος απέναντι στο άδικο εγχείρημα των δανειστών και των εκτελεστικών τους οργάνων.
Η παρέμβαση Γεροβασίλη υπηρετεί τον ίδιο σκοπό με την προηγούμενη, ήτοι την νομιμοποίηση των απολύσεων μέσω αξιολογήσεων. Για ποιο λόγο άλλωστε συστήνεται υπηρεσιακή μονάδα που θα μελετά, και με ποια κριτήρια άραγε, τις αποκλίσεις τής αξιολόγησης; Σε ποιό δια ταύτα θα καταλήγει αν όχι στην υλοποίηση της ποσόστωσης του Μητσοτάκη με χρονική έστω υστέρηση;
Η τελευταία τροπολογία στην ουσία δεν αφορά στην αξιολόγηση αλλά στην αποδυνάμωση του συνδικαλιστικού κινήματος και στην απαγόρευση του συνταγματικά κατοχυρωμένου δικαιώματος της απεργίας.
Αν ήθελε η σημερινή κυβέρνηση να υποχρεώσει υπαλλήλους-προϊσταμένους στην σύνταξη των εντύπων αξιολόγησης, θα μπορούσε να παραπέμψει στο υφιστάμενο νομικό πλαίσιο, που είναι και αρκετά αυστηρό. Τούτο προβλέπει ρητά ως πειθαρχικό παράπτωμα την μη σύνταξη εντύπου αξιολόγησης. Κατά συνέπεια και τον αποκλεισμό από τις διαδικασίες επιλογής προϊσταμένων εκείνων, που δεν την έχουν υποβάλει. Γιατί άραγε δεν δείχνει διατεθειμένη να κάνει χρήση αυτής της ρύθμισης; Μήπως γιατί ο στόχος δεν είναι μόνο ο αποκλεισμός των ανυπότακτων από τις διαδικασίες επιλογής προϊσταμένων; Ούτε ο εκφοβισμός τους με πειθαρχικές διαδικασίες, άλλωστε η κυβέρνηση το παίζει και αριστερή. Αλλά ο στόχος μάλλον είναι με όχημα το σπάσιμο αυτής της απεργίας η αποδυνάμωση έως εκμηδένιση του συνδικαλιστικού κινήματος ενόψει όσων έρχονται με την νέα γερμανική κυβέρνηση και την συμπαράταξη του Μακρόν, για να μην ξεχνάμε τί νομοθεσίες περνούν τώρα στους υπόλοιπους ευρωπαίους.
Τέλος, αναφορικά με τις διαδικασίες ας σημειωθούν και τα ακόλουθα:
Η εμπειρία δείχνει ότι ο χρονικός ορίζοντας επιλογής τών Γενικών Διευθυντών για όλες τις θέσεις θα ολοκληρωθεί στην καλύτερη περίπτωση μέσα στο πρώτο εξάμηνο του 2018. Συνεπώς η επιλογή προϊσταμένων Διευθύνσεων, δεδομένου και του μεγάλου όγκου τών θέσεων ρεαλιστικά δεν μπορεί να υλοποιηθεί πριν το 2019. Για τον δε ακόμα μεγαλύτερο όγκο τών προϊσταμένων Τμημάτων ας μην συζητήσουμε καν.
Ο εκφοβισμός λοιπόν για τον μεγάλο όγκο των υπαλλήλων και προϊσταμένων είναι κούφιος, διότι ο χρονικός ορίζοντας είναι τόσο βαθύς που η πολιτική πραγματικότητα θα τον ξεπεράσει.
Συνεπώς προς τι το ζήτημα αν όχι για να εκπληρώσουμε άμεσα μια μνημονιακή υποχρέωση, ήτοι αυτήν της αξιολόγησης και των επακολουθούμενων απολύσεων διαιρώντας τους εργαζόμενους του δημοσίου σε υποτακτικούς και ανυπότακτους και δίνοντας δουλειά στα δικηγορικά γραφεία για όλων των ειδών τις αγωγές, ίσως και ποινικές;»
Συνάδελφοι, ανεξάρτητα από το εάν συμφωνείτε ή διαφωνείτε με κάποια από τα επιχειρήματα που ανεπτύχθησαν, καλό θα είναι να λαμβάνουμε υπόψη μας όχι μόνο αυτά, αλλά και όσα ακόμα ακούγονται, να έχουμε τα μάτια μας και τα αυτιά μας ανοιχτά, να έχουμε δική μας κρίση και να αποφασίζουμε ελεύθερα, να είμαστε έντιμοι απέναντι στον εαυτό μας και στους συναδέλφους μας, για «(ν)α μη ζήσουμε με ψέματα».
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου