Labels

Κυριακή 14 Οκτωβρίου 2018

Πατρίδα εἶναι ὁ Παῦλος Μελὰς


Πατρίδα εναι Παλος Μελς




Νυχτώνοντας κούστηκε νας πυροβολισμς κα φων το Παύλου: «στ μέση μ πρε παιδιά». Μπκε στ σπίτι κα φώναξε τν καπετν Πύρζα. Νίκος Πύρζας τρεξε κοντά του. Παλος βγαλε π τ λαιμ του τν σταυρ πο φοροσε πάντοτε κα το λέει: «τ σταυρ ν τν δώσεις στ γυναίκα μου. Κα τ ντουφέκι το Μίκη. Κα ν τος πες τι καμα τ καθκον μου...». Κα ζήτησε ν τν σκοτώσουν τ παλικάρια του γι ν μν τν βρονε ο Τορκοι ζωντανό. Σ λίγο μως ξεψύχησε. ταν Τετάρτη 13 κτωβρίου 1904. 
«Κα ο λληνες ξύπνησαν», γράφει ων Δραγούμης, «γιατί ξύπνησαν τώρα μόνο; πειδ εναι τυφλο ο νθρωποι. Κα ο περισσότεροι γεννήθηκαν γι ν εναι μικροί. Σπίθες κοντς εναι ο στιγμς πο ξυπνον κα νιώθουν τ μετριότητα πο βαραίνει πάνω τους… Τέτοια σπίθα τος ναψε Παλος Μελάς. σοι συνηθίζουν ν συλλογίζονται, ς στοχασθον πόσο μεγαλύτερος π τος λλους λληνες πρεπε ν εναι Παλος Μελάς, γι ν καταφέρει ν τν νάψει. Κα μ τν σπίθα πο ναψε στν καθένα, πολλο ταν τυφλοί, ς τν εδαν. τριψαν τ μάτια τους κάπως ξιππασμένοι κα επαν μέσα τους, γιατί ντρέπονταν ν τ διαλαλήσουν: στε πάρχει Μακεδονία, φο πγε Παλος Μελς κα σκοτώθηκε γι’ ατή! Κα λλοι συμπέραναν:...
στε βρίσκονται κόμα, μετ τ 1897, ξιωματικο στ στρατ κα ζω στ θνος!».
Σε καιρος σακάτικους σν τος τωρινούς, πο μς περιζώνει χαμέρπεια κα πιάνουμε τς μύτες μας π τς παντοειδες ναθυμιάσεις, παρηγορι μονάχη κάτι σν ποσυνείδητη θηση, εναι νασχόληση μ τν θνική μας στορία. πως λεγε θυμόσοφα κάποιος καθηγητής μου στ πανεπιστήμιο «φστε τ ποκείμενα κα καταπιαστετε μ τ κείμενα», ννοώντας πς ντρύφηση μ τν στορία προσφέρει τν ναζητούμενο νασασμό. ς μν λησμονομε κα τν πασίγνωστη προγονικ ρήση «λβιος στις τς στορίας σχεν μάθησιν», ετυχς γνώστης τς στορίας. στορία δίνει στν νθρωπο, πο συνηθίζει ν σκέφτεται κα χι ν σκέφτονται λλοι γι’ ατόν, πως συμβαίνει στ κομματικ ποιμνιοστάσια, πολ πι βαθύτερη κα πλούσια μπειρία, στε ν τν προετοιμάζει γι κάθε γεγονς τομικ κα γενικό (του θνους, τς νθρωπότητας) κα ν μν καταπλήσσεται γι σα συμβαίνουν. νιστόρητος, μύητος παρουσιάζει ντιδράσεις πρωτόγονου στ διάφορα γεγονότα τς ζως κα «πέφτει», πως κοινότοπα λέγεται, «π τ σύννεφα». στορικ μορφωμένος, κατ τ δυνατόν, δν χάσκει νώπιον τν «ραγδαίων ξελίξεων», πως κάθε βράδυ «τσιρίζουν κα κοάζουν» ο λο κόρδωμα κα παρση πιβήτορες τς ξουσίας.
Αφιέρωμα, λοιπν τ σημεριν σημείωμα. χι, πλς κα μόνον, πετειακό. Δν εναι χρέος μνήμης. Εναι ξαναγκασμς μνήμης. φιέρωμα στν ητ τς Μακεδονίας, πο φτασε στ «κρημν τς ρετς» (Κάλβος). ρχοντόπουλο ταν, μ γυναίκα σπουδαία, κόρη το Δραγούμη, μετέπειτα πρωθυπουργο, μ παιδι μικρά, μπροστά του καριέρα κα μεγαλεία, μως τάραζε τ σπλάχνα του σωτηρία τς Μακεδονίας.

«ς π να βουνν 
ετς ες λλο 
πετάει, κι γ τ δύσκολα 
κρημν τς ρετς 
οτω πιβαίνω», 


γράφει στς «δς» του πέροχος θνικς ποιητς Κάλβος. Ατς ταν Παλος, «ετός», πο φησε τς θηναϊκς δυσωδίες κα τς «ψογες στάσεις» το παλαιοκοματισμο κα θυσιάστηκε. Θυσία κα χι λόγια. Ατ εναι ρθόδοξος λληνας. λεγαν τν περίοδο τς Τουρκοκρατίας ταν μία μάνα Ρωμη γεννοσε γόρι: «Ν σο ζήσει, ν γίνει καπετάνιος, ν το γράψουν κα τραγούδι». «Μακαρία» μάνα του, τέτοιος ταν βλαστός της. Καπετάνιος, Μίκης Ζέζας κα το γραψαν κα τραγούδια, λας τν κλαψε, «πάντα χλωρ ν σειέται τ χορτάρι». (Παλαμς). 

«να πουλάκι ξέβγαινε π’ τ Μακεδονία./ Γι τν θήνα διάβαινε γι το Μελ τ σπίτια./ Δν λαλοσε σν πουλ οδ σν ηδόνι,/ παρ λαλοσε κα λεγε νθρώπινη κουβέντα: 

- Τν Παλο τν βάρεσαν». 

Κα λαβωμένος «κράζει παλληκάρια» του κα τ γλυκομιλάει:/ Παιδιά μου, μ τρομάζετε, τ χάρο μ φοβάσθε/ τ παλληκάρια τ καλ /μον’ τν Θε φοβονται». 
Τ διο λεγε κα Κανάρης: «μόνο τν Θε φοβμαι»! (ποιο νεοπαγανιστικ πολειφάδι δν κατανοε τί σημαίνει «φόβος Θεο», ς μελετήσει κάποιον π τος Πατέρες τς κκλησίας. Τος θεόφοβους κα λαός μάς τος… φοβται). Τοτος τς σάπιες, τν σάπιων, μέρες, Μακεδονία, τ νομά της, πάλι ξεβράζεται στ χείλη νομων, παχυλν μετριοτήτων πο –κακ τ ρα- κατέχουν τραν πόστα. Πολ φοβμαι, μήπως τώρα πο λας χει πλήρης ποπροσανατολιστε κα ποσβολωθε μ τν φρικώδη κρίση κα τ συμπαρομαρτούντα της, «περάσει στ μουλωχτ» κα κάποιο μνημόνιο προδοσίας, δυσώνυμος συμβιβασμός. 

νδεια κα συνοδς πανικς φοπλίζουν, καθηλώνουν ντανακλαστικά, δηγον σ παραίτηση κα διαφορία. Ο μεγάλες τραγωδίες τς στορίας τότε συμβαίνουν: ταν ταυτίζεται τ κράτος μ τν πατρίδα. Κράτος εναι ο μνημονιακο λακέδες κα ο ζητωκραυγαστές τους. Πατρίδα εναι Παλος Μελς κα σοι ντρειωμένοι κοσμον τ Συναξάρι το Γένους μας. Μς ξευτελίζουν, μς ποδοπατον, βαλαν νεοταξικ καθάρματα-τρόικες-ν μς διαφεντεύουν κα μέτερους προσκυνημένους ν τος δορυφορον. 


Μν χάσουμε μως τ γ μας. ,τι κερδήθηκε μ αμα δν μπορε ν ξεπουληθε μ τ μελάνι μίας πογραφς. Στν Μακεδονία μας, εναι θαμμένα, τ κόκαλα τ ερά το Παύλου Μελ, θησαυρς πολυτίμητος. ρθε ρα ν τν προδώσουμε; λληνες εμαστε! Ν πάρει εχή! ( Τ ρθρο γράφτηκε πρν π δύο χρόνια κα ο χειρότεροι φόβοι μας , καλύτερα φιάλτες μας, πιβεβαιώθηκαν). 

«Κάποτε», γράφει Στρατς Μυριβήλης, «μία μέρα πο συζητοσαν δύο πλο νθρωποι-δύο ψαράδες ταν-γι τν πίεση πο σκον ο μεγάλες δεξις κα ριστερς δυνάμεις πάνω στν ζω το τόπου γι τ συμφέροντά τους, νας ξεστόμισε μία φράση πο μ ξαφνίασε. Επε ργισμένος: -ν μς πιάσει καμμι μέρα τ λληνικό μας!». (πέρ. «Γνώσεις», Φεβρουάριος 1959, τεχος 14, σέλ. 4). 

Ατ εναι μόνη «δεολογία» πο μς ξίζει: τ λληνικό μας! Κα ατ δν περιέχει λόγια, μόνο θυσίες, κα νομάζεται Μάρκος Μπότσαρης κα Παλος Μελς κα Γρηγόρης Αξεντίου. Ατ τ «λληνικό» μας εναι τ μόνο πο δν φροντίζει ν καλλιεργήσει συστηματικ τ κράτος στν ψυχ τς νέας γενις, γιατί ατ εναι πο φοβονται ο χθροί της πατρίδας κα ατ βάλθηκαν ν πονομεύσουν μ χίλιους τρόπους. Οτε μία ναφορ στ βιβλία Γλώσσας Δημοτικο κα Γυμνασίου στν Παλο Μελά. να ποίημα, να δημοτικό... τίποτε. Θ βρες τν Λεφάκη, τν στρολόγο, θ βρες 35 συνταγς μαγειρικς, σκύβαλα κα περιτρίμματα, λλ τν Παλο «ποχε ταράξει τν Τουρκιά», δν θ τν βρες. Στν «σάπια πολιτεία» χουν τ πρωτεα, ο...σκυφτοί, ο τετραποδίζοντες, κατ τ ραο τ ποίημα το Βάρναλη. 

«Πέτα τν νθρωπιά σου 
Κι π’ τν φέντη πιάσου 
Κι μα σ φτύσει ατς 
ν κάθεσαι σκυφτς 
Κα θ χεις τ πρωτεα 
στ σάπια πολιτεία».


Ζητείται Παλος Μελς κα σήμερα. Ν μς φυπνίσει, ν μς συγκλονίσει, ν διαλύσει τ σάβανα πο μς καταπλακώνουν.



Πηγή Δημήτρης Νατσιός Δάσκαλος-Κιλκίς